Ένας ποδοσφαιρικός αγώνας στη διάρκεια της Κατοχής...
«Στη διάρκεια της τετράχρονης Βουλγάρικης κατοχής κάποιοι Σερραίοι ποδοσφαιρόφιλοι βρήκαν το κουράγιο και το σθένος να συγκροτήσουν όχι μία αλλά τρεις ελληνικές ομάδες ποδοσφαιρικές, που είχαν βέβαια ονόματα βουλγάρικα αλλά σύνθεση και προπάντων φρόνημα ελληνικό. Οι τρεις αυτές ομάδες ήταν:...
Ένας ποδοσφαιρικός αγώνας στη διάρκεια της Κατοχής...
«Στη διάρκεια της τετράχρονης Βουλγάρικης κατοχής κάποιοι Σερραίοι ποδοσφαιρόφιλοι βρήκαν το κουράγιο και το σθένος να συγκροτήσουν όχι μία αλλά τρεις ελληνικές ομάδες ποδοσφαιρικές, που είχαν βέβαια ονόματα βουλγάρικα αλλά σύνθεση και προπάντων φρόνημα ελληνικό. Οι τρεις αυτές ομάδες ήταν:
Α. Τα έντεκα μαύρα μάτια (εντινάισε τσέρνι οτσί)
Β. Μαύρος αετός (τσέρνι ορλιάκ)
Γ. Η ελπίδα (ναντέζνα).
Οι τρεις αυτές ελληνικές ομάδες των Σερρών, στο διάστημα 1941 -44 μαζί με την ομάδα εκείνη που ήταν συγκροτημένη μόνο από Βουλγάρους, δίνανε αγώνες.... φιλικούς αναμεταξύ τους καθώς και αγώνες προς άλλες ομάδες «Βουλγαρικές» που ερχόντουσαν από κοντινές πόλεις της Βουλγαρίας (Σόφια, Φιλιππούπολη, Γκόρνα Τζουμαγιά κ.ά.) ή από αλλού.
.......
Όταν τύχαινε να νικιέται η βουλγαρική ομάδα, ο διαιτητής (που 99 στις 100 φορές, τύχαινε να 'ναι Βούλγαρος) αργούσε να σφυρίξει τη λήξη του αγώνα στο β' ημίχρονο. Αυτή η αυθαίρετη παράταση συχνά περνούσε τα 5-10 λεπτά κι έφτανε μέχρι μισή ή μία ώρα. Είχε δε έναν και μόνο σκοπό. Να φέρει τελικά και με κάθε τρόπο τη βουλγαρική ομάδα νικήτρια ή τουλάχιστον ισόπαλη.
Αλλιώς ξυλοφορτώνονταν αδιακρίτως και αγρίως, από τους λιγοστούς μα φανατισμένους κι εξαγριωμένους Βουλγάρους οι «σκλάβοι ρωμιοί φίλαθλοι» που είχαν την αποκοτιά και την τόλμη να θέλουν να νικούν...
Οι Έλληνες ποδοσφαιρόφιλοι γνώριζαν βέβαια τη... φίλαθλη αυτή νοοτροπία των κατακτητών τους.
Α. Τα έντεκα μαύρα μάτια (εντινάισε τσέρνι οτσί)
Β. Μαύρος αετός (τσέρνι ορλιάκ)
Γ. Η ελπίδα (ναντέζνα).
Οι τρεις αυτές ελληνικές ομάδες των Σερρών, στο διάστημα 1941 -44 μαζί με την ομάδα εκείνη που ήταν συγκροτημένη μόνο από Βουλγάρους, δίνανε αγώνες.... φιλικούς αναμεταξύ τους καθώς και αγώνες προς άλλες ομάδες «Βουλγαρικές» που ερχόντουσαν από κοντινές πόλεις της Βουλγαρίας (Σόφια, Φιλιππούπολη, Γκόρνα Τζουμαγιά κ.ά.) ή από αλλού.
.......
Όταν τύχαινε να νικιέται η βουλγαρική ομάδα, ο διαιτητής (που 99 στις 100 φορές, τύχαινε να 'ναι Βούλγαρος) αργούσε να σφυρίξει τη λήξη του αγώνα στο β' ημίχρονο. Αυτή η αυθαίρετη παράταση συχνά περνούσε τα 5-10 λεπτά κι έφτανε μέχρι μισή ή μία ώρα. Είχε δε έναν και μόνο σκοπό. Να φέρει τελικά και με κάθε τρόπο τη βουλγαρική ομάδα νικήτρια ή τουλάχιστον ισόπαλη.
Αλλιώς ξυλοφορτώνονταν αδιακρίτως και αγρίως, από τους λιγοστούς μα φανατισμένους κι εξαγριωμένους Βουλγάρους οι «σκλάβοι ρωμιοί φίλαθλοι» που είχαν την αποκοτιά και την τόλμη να θέλουν να νικούν...
Οι Έλληνες ποδοσφαιρόφιλοι γνώριζαν βέβαια τη... φίλαθλη αυτή νοοτροπία των κατακτητών τους.
Ωστόσο όταν τύχαινε να κερδίζει (κι αυτό γινότανε τις περισσότερες φορές) η ελληνική ομάδα, λίγα λεπτά πριν τελειώσει ο κανονικός αγώνας, οι Έλληνες ποδοσφαιρόφιλοι φρόντιζαν με τρόπο να φεύγουν από το γήπεδο και να βρίσκονται, όσο γίνεται, πιο μακριά γιατί αλλιώς δε θα γλιτώνανε το ξυλοφόρτωμα από τους Βουλγάρους. Σ' αυτές τις περιπτώσεις πρόχειρη και προσιτή οδός διαφυγής για τους Έλληνες ήταν το Ν.Α. τμήμα του χαμηλού (τότε) περιτοιχίσματος, ιδιαίτερα δε το γκρεμισμένο τμήμα προς το δασάκι (προς την αυλή δηλαδή του σημερινού 1ου Δημοτικού σχολείου Σερρών και στο συνεχόμενο κτηνιατρείο).
Αλλά ενώ οι Έλληνες φίλαθλοι είχαν τη μια κάποια ευκαιρία να το σκάνε πριν τελειώσει ο αγώνας και να γλιτώνουν τον άγριο ξυλοδαρμό τους, οι παίκτες και οι «παράγοντες» της ελληνικής ομάδας ως και μερικοί παράτολμοι ή μπλοκαρισμένοι Έλληνες φίλαθλοι έμεναν ως το τέλος και φυσικά στο έλεος και στη μανία των εξαγριωμένων Βουλγάρων. Και τότε γινότανε ένα από τα δύο: ή κρατούσανε τη νίκη οι ρωμιοί με τα δόντια και δεχότανε το ξύλο σαν ..επιβράβευση ή κάνανε τον σχετικό και αναγκαίο συμβιβασμό. Δηλαδή οι «παράγοντες» συνιστούσαν (συχνά και μεγαλόφωνα έξω από το στίβο) στους παίκτες ν' αφήνουν να περάσουν 1,2 γκολ κοροϊδίστικα μέχρι ισοφαρίσματος του αποτελέσματος ή μέχρι και να νικηθούν...
Αλλά ενώ οι Έλληνες φίλαθλοι είχαν τη μια κάποια ευκαιρία να το σκάνε πριν τελειώσει ο αγώνας και να γλιτώνουν τον άγριο ξυλοδαρμό τους, οι παίκτες και οι «παράγοντες» της ελληνικής ομάδας ως και μερικοί παράτολμοι ή μπλοκαρισμένοι Έλληνες φίλαθλοι έμεναν ως το τέλος και φυσικά στο έλεος και στη μανία των εξαγριωμένων Βουλγάρων. Και τότε γινότανε ένα από τα δύο: ή κρατούσανε τη νίκη οι ρωμιοί με τα δόντια και δεχότανε το ξύλο σαν ..επιβράβευση ή κάνανε τον σχετικό και αναγκαίο συμβιβασμό. Δηλαδή οι «παράγοντες» συνιστούσαν (συχνά και μεγαλόφωνα έξω από το στίβο) στους παίκτες ν' αφήνουν να περάσουν 1,2 γκολ κοροϊδίστικα μέχρι ισοφαρίσματος του αποτελέσματος ή μέχρι και να νικηθούν...
Κοταμανίδης, Σ., (1978), Μια σύντομη αναδρομή στο κατοχικό σερραϊκό ποδόσφαιρο, Πανσερραϊκό Ημερολόγιο, τόμος Δ', Σέρρες.
27.4 - 27.5: Οι φωτογραφίες ανακτήθηκαν από την ιστοσελίδα του Πανσεραϊκού στις 30/6/2016
Ερώτηση
Τι το διαφορετικό είχε αυτός ο αγώνας; Γιατί παρόλα αυτά οι Έλληνες ποδοσφαιριστές δέχονταν να αγωνιστούν υπό αυτές τις συνθήκες;
Τι το διαφορετικό είχε αυτός ο αγώνας; Γιατί παρόλα αυτά οι Έλληνες ποδοσφαιριστές δέχονταν να αγωνιστούν υπό αυτές τις συνθήκες;